Με αφορμή τη χθεσινή Παγκόσμια Τρίτης Ηλικίας αξίζει πράγματι να δούμε ή μάλλον να διαπιστώσουμε τη σημασία που έχουν όσοι άνθρωποι βρίσκονται σε αυτή την ηλικία.
Αρχικά, πριν ειπωθεί ο,τιδήποτε θα ήταν σκόπιμο να γίνει μία εννοιολογική προσέγγιση της Τρίτης Ηλικίας. Με τον όρο Τρίτη Ηλικία νοούνται όσοι άνθρωποι βρίσκονται πάνω από το ηλικιακό όριο των 65 χρόνων, ενώ όσο περνούν τα χρόνια και το βιοτικό επίπεδο ανεβαίνει, αυτό το όριο τείνει να μεγαλώνει, με αρκετούς ανθρώπους να θεωρούν υπερήλικες όσους ξεπερνούν τα 70 χρόνια.
Η 1η Οκτώβρη ορίστηκε από τον ΟΗΕ το 1990 ως Παγκόσμια Ημέρα Ηλικιωμένων με στόχο να αναγνωρισθεί η συμβολή των ηλικιωμένων στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη. Ας μην ξεχνάμε πως πολλοί άνθρωποι αυτής της ηλικίας επειδή ακόμα έχουν πολλές δυνάμεις προσφέρουν μαύρη εργασία ή εθελοντική εργασία.
Εκτός αυτού, πληθαίνουν στην Ευρώπη οι σκέψεις για απασχόληση των ηλικιωμένων, αφού τα στοιχεία για την εξέλιξη του δημογραφικού προβλήματος δείχνουν να αλλάζει η δομή του πληθυσμού με την αύξηση του γηράσκοντος αριθμού.
Πιο συγκεκριμένα, μέσα από μελέτες διαφαίνεται πως μέχρι το 2040 το ποσοστό των γερόντων στον συνολικό πληθυσμό θα πλησιάσει το 10% με τη δημογραφική γήρανση να αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικότερα θέματα της Ευρώπης.
Σε μία περίοδο που τα άτομα τρίτης ηλικίας βιώνουν καθημερινά τον φόβο της έκθεσης στον νέο κορονοϊό και την ανησυχία για την υγεία των αγαπημένων τους προσώπων, η κοινωνική απομόνωση και η μοναξιά επιδεινώνουν την ψυχική και σωματική τους υγεία. Παράλληλα, οι κοινωνικές επαφές και οι δραστηριότητες εκτός σπιτιού έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο.
Επομένως, βασική μέριμνα της Πολιτείας και του κράτους θα πρέπει να είναι η ενίσχυση με κάθε τρόπο και προς κάθε κατεύθυνση αυτής της ηλικιακής ομάδας, γιατί δεν αποκλείεται να αποτελέσουν μία από τις κινητήριες μονάδες ανάπτυξης της Παγκόσμιας Οικονομίας, εάν το μεγαλύτερο ποσοστό νέων ανθρώπων παραιτείται από κάθε προσπάθεια να δημιουργήσει οικογένεια και να εξασφαλίσει ένα υγιές επαγγελματικό μέλλον.